logo
ΨΗΦΙΑΚΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ

Εβραϊκές γειτονιές της Ελλάδας

Άλλη μια ψηφιακή έκθεση του Εβραϊκού Μουσείου της Ελλάδος που πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του προγράμματος Judaica Europeana  www.judaica-europeana.eu, στο οποίο το Ε.Μ.Ε. συμμετείχε ως βασικός εταίρος.
Το πρόγραμμα συγχρηματοδοτήθηκε από το έργο eContenplus της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Η έρευνα για την περιοδική έκθεση του Ε.Μ.Ε. «Εβραϊκές Γειτονιές της Ελλάδας» διήρκεσε τέσσερα χρόνια. Μέσα από τις φωτογραφίες που παρουσιάζονται σε αυτή την έκθεση, το Εβραϊκό Μουσείο της Ελλάδος επιχειρεί να φέρει τον επισκέπτη στις γειτονιές της Ελλάδος όπου ζούσαν Εβραίοι. Τον καλεί να γίνει κοινωνός σε οικείες, διαχρονικές και πανανθρώπινες ιστορίες, δείχνοντας την εικόνα ενός τρόπου ζωής πλούσιου σε παραδόσεις και ανθρώπινες σχέσεις, ενός κόσμου που ο πόλεμος κατέστρεψε για πάντα.

Η εβραϊκή παρουσία στην πόλη των Αθηνών μαρτυρείται από τα αρχαία ακόμη χρόνια. Αναφορές περιηγητών κατά διάφορες περιόδους επιβεβαιώνουν την αριθμητικά αυξομειούμενη ύπαρξη εβραϊκών οικογενειών.Γύρω στα 1840 υπήρχαν τριάντα περίπου, το 1878 εξήντα και το 1887 τριακόσιες.

Στην Αθήνα δεν υπήρχε συγκεκριμένη εβραϊκή γειτονιά, καθώς πολλοί Εβραίοι ζούσαν διάσπαρτα σε διάφορες περιοχές της πόλης. Αρκετοί πάντως είχαν συγκεντρωθεί στο Θησείο και τα Πετράλωνα. Κοντά στο Θησείο, στην οδό Μελιδώνη, κτίστηκε το 1903 και η πρώτη σύγχρονη Συναγωγή της πόλης.

Η αύξηση του πληθυσμού στο α’ μισό του 20ου αιώνα έκανε απαραίτητη μία καινούρια Συναγωγή, που κτίστηκε στις παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, απέναντι από την ήδη υπάρχουσα.

Το γεγονός της διάσπαρτης κατοικίας των Εβραίων , που δεν ευνοούσε τη διάκρισή τους από τον υπόλοιπο πληθυσμό, βοήθησε σημαντικά, μαζί με άλλους βέβαια παράγοντες, στη διάσωσή τους από το γερμανικό διωγμό κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Η Κοινότητα των Αθηνών είναι εξάλλου και η μόνη που παρουσίασε αύξηση των αριθμών της μετά τον πόλεμο, καθώς πολλοί Εβραίοι από άλλες κατεστραμμένες Κοινότητες της Ελλάδος, επέλεξαν να εγκατασταθούν στην πρωτεύουσα.

Σήμερα κανένα σχεδόν ίχνος δεν έχει μείνει στις δύο εκείνες γειτονιές που να θυμίζει την παρουσία των Εβραίων. Οι περίπου 3.000 του μεταπολεμικού εβραϊκού πληθυσμού της πόλης ζούνε διάσπαρτα, αφομοιωμένοι πλήρως στον υπόλοιπο πληθυσμό.

Οι Εβραίοι του Βόλου ζούσαν διάσπαρτοι σε διάφορα σημεία της πόλης. Μία περιοχή γύρω από τη Συναγωγή, συγκέντρωνε κάπως μεγαλύτερη πυκνότητα εβραϊκών οικογενειών. Σύμφωνα με μαρτυρία του τέλους του 19ου αιώνα, «η εβραϊκή συνοικία δεν απωθεί, ούτε διαφέρει από τις άλλες συνοικίες της πόλης.»

Η περιοχή αυτή, που περιλαμβάνει τις οδούς Μωυσέως, Πλάτωνος, Ξενοφώντος και τους γύρω δρόμους, ήταν γνωστή με την ονομασία «τα Εβραϊκά». Στη μνήμη των παλαιοτέρων, η ονομασία αυτή υφίσταται ακόμη, παρ’ όλο που ο εβραϊκής καταγωγής πληθυσμός της πόλης είναι πλέον αναλογικά πολύ μικρός. Μετά τον πόλεμο, η κατεστραμμένη από τους Γερμανούς Συναγωγή ανοικοδομήθηκε για πρώτη φορά, ενώ η υπάρχουσα Συναγωγή ξαναχτίστηκε μετά το σεισμό. Το μεταναστευτικό κύμα προς το Ισραήλ και την Αμερική, καθώς και τα καταστροφικά αποτελέσματα του σεισμού του Απριλίου 1955, άλλαξαν τελείως τη φυσιογνωμία της συνοικίας, όπως και ολόκληρης της πόλης.

Η Εβραϊκή Κοινότητα της Ζακύνθου, επισκιασμένη πάντοτε από εκείνη της γειτονικής Κέρκυρας, διατηρούσε, από τον καιρό της Ενετοκρατίας, ξεχωριστή γειτονιά στην πόλη, την zudeccha, ή, στην τοπική διάλεκτο, το γέττο. Χωρίς να αποτελεί αποκομμένη γειτονιά, ξεχώριζε πάντως από την εβραϊκή πλειοψηφία των κατοίκων της. Προπολεμικά η πόλη είχε δύο Συναγωγές και η Κοινότητα αριθμούσε 275 μέλη. Οι περισσότεροι ήταν έμποροι και τεχνίτες.

Δύο περιστατικά σημάδεψαν, το καθένα με τον τρόπο του, τη μικρή αυτή Κοινότητα. Το πρώτο είναι η διάσωση ολόκληρου του πληθυσμού της κατά τη διάρκεια του πολέμου από τη γερμανική σύλληψη και εξόντωση, με τη συμπαράσταση των Χριστιανών συμπολιτών τους και των αρχών του νησιού. Το γεγονός αυτό είναι μοναδικό στην ιστορία της Κατοχής στην Ελλάδα.

Εξίσου καθοριστικός σταθμός για την Κοινότητα υπήρξαν και οι ισχυρότατοι σεισμοί του 1953, που κυριολεκτικά ισοπέδωσαν την πόλη και τα χωριά της Ζακύνθου. Σε συνδυασμό με τη μετανάστευση πολλών προς την Παλαιστίνη, το 1947, η καταστροφή αυτή σήμανε το ουσιαστικό τέλος της, αφού σχεδόν όλοι οι Εβραίοι του νησιού, έχοντας χάσει σπίτια και περιουσίες, μετοίκησαν πλέον στην Αθήνα.

Η Θεσσαλονίκη, «Μητέρα του Ισραήλ» – «Madre de Israel», υπήρξε η μητρόπολη του μεσογειακού εβραϊσμού. Ο πληθυσμός της Κοινότητας, που κατά διαστήματα αποτελούσε την πλειοψηφία σε ένα κοσμοπολίτικο μείγμα Ελλήνων, Τούρκων, Αρμενίων, Φράγκων και Σλαύων, καθόριζε τη φυσιογνωμία της πόλης και της έδινε το χαρακτηριστικό της χρώμα.

Η από αρχαιότητας παρουσία των Εβραίων στην πόλη, καθώς και ο μεγάλος αριθμός των Σεφαραδιτών από τα τέλη του 15ου αιώνα, διαμόρφωσαν την αστική χωροταξία. Οι Εβραίοι της πόλης ήταν απλωμένοι σε ολόκληρο τον αστικό ιστό, ανάλογα με το επάγγελμα ή την οικονομική τους επιφάνεια. Έτσι έβρισκε κανείς τους πάμφτωχους λιμενεργάτες στις δυτικές συνοικίες, κοντά στο λιμάνι, ενώ το άλλο άκρο της κλίμακας αποτελείτο από τους εύπορους αστούς της συνοικίας των Εξοχών – Las Kampanias. Από το μέρος αυτό του πληθυσμού, προέρχονται και οι περισσότεροι Θεσσαλονικείς επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος, κάνοντας έτσι τη συλλογή των μαρτυριών σήμερα κάπως μονόπλευρη, αφού δεν βρίσκονται εύκολα μάρτυρες από τους πρώτους. 

Ιστορικές συγκυρίες, όπως η μεγάλη πυρκαϊά του 1917, που κατέκαψε το κέντρο της πόλης, αναγκάζοντας πολλούς Εβραίους να καταφύγουν σε συνοικισμούς στα όριά της, όπως το Κάμπελ, συνέβαλλαν και αυτές στη διαμόρφωση της ιδιαίτερης αστικής εικόνας. Οι συνοικίες αυτές, αν και σαφώς διακριτές, ποτέ δεν είχαν το χαρακτήρα γκέττο, αφού πάντοτε υπήρχαν διάσπαρτες και άλλες εθνικότητες μέσα τους. Τέτοιο χαρακτήρα θα έπαιρναν μόνο κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, στο πλαίσιο του σχεδίου των κατακτητών για τη σύλληψη και τον ολοκληρωτικό αφανισμό του τόσο χαρακτηριστικού και ιστορικού αυτού μέρους του πληθυσμού της πόλης.

Σήμερα, ελάχιστα είναι δυστυχώς τα ίχνη της πολυάριθμης αλλοτινής παρουσίας των Εβραίων στην πόλη, που έχει έτσι στερηθεί ενός από τα σημαντικότερα και πιο κοσμοπολίτικα κομμάτια του πληθυσμού της.

Οι περιοχές στα Ιωάννινα που κυρίως συγκέντρωναν τον εβραϊκό πληθυσμό της πόλης ήταν: Η παλιά γειτονιά, μέσα στο Κάστρο, η Μεγάλη Ρούγα, μετέπειτα Μαξ Νόρδαου και σημερινή Γιοσέφ Ελιγιά, δίπλα στο Κάστρο, η οδός Κουντουριώτου και οι πάροδοι αυτής και η Λειβαδιώτη, η σημερινή οδός Σούτσου.

Παρ’όλο που κατά περιόδους υπήρχαν Εβραίοι στην πόλη από τον 8ο ή 9ο αιώνα, η πρώτη οργανωμένη συγκέντρωσή τους, στη γειτονιά του Κάστρου, αρχίζει από το 1611. Τη χρονιά εκείνη, μετά από την αποτυχημένη εξέγερση του Διονυσίου του Σκυλοσόφου, οι Οθωμανικές αρχές εγκατέστησαν Τούρκους και Εβραίους στο Κάστρο. Με τον καιρό, η γειτονιά συνδέθηκε άρρηκτα με την εβραϊκή παράδοση των Ιωαννίνων. Οι Εβραίοι της πόλης δημιούργησαν τη σημαντικότερη ίσως Ρωμανιώτικη Κοινότητα της Ελλάδας, φθάνοντας σε αξιόλογη πνευματική και οικονομική ανάπτυξη. Το 1912 υποδέχθηκαν με αυτοπεποίθηση την απελευθέρωση της πόλης και συνέχισαν την ιδιαίτερα δραστήρια κοινοτική ζωή τους.

Η Συναγωγή Καάλ Καντόσς Γιασσάν ή «το Μέσα Συναγώι», ακριβώς δίπλα στα τείχη του Κάστρου, χτίστηκε το 1829, στη θέση παλαιότερης Συναγωγής και εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να εξυπηρετεί τις θρησκευτικές ανάγκες των λιγοστών πια, Εβραίων της πόλης. 

Γύρω στα 1840, η Εβραϊκή Κοινότητα των Ιωαννίνων είχε αριθμητικά αυξηθεί τόσο πολύ, που πολλά από τα μέλη της κατοικούσαν πλέον έξω από το Κάστρο, κυρίως στο Κουρμανιό. Μεγαλύτερη ήταν η γειτονιά της Μεγάλης Ρούγας, στην οποία χτίστηκε μάλιστα και η «Καινούρια» Συναγωγή, Καάλ Καντόσς Χαντάσς, καθώς και το σχολείο της Alliance Israélite Universelle. Σήμερα παραμένουν ελάχιστα ίχνη της γειτονιάς αυτής, που ερήμωσε στα χρόνια του πολέμου… Το όνομα του δρόμου, τιμή στο μεγάλο Γιαννιώτη Εβραίο ποιητή και ταλμουδιστή, Γιοσέφ Ελιγιά, καθώς και ένα κοινοτικό κτίριο, όπου κατοικούν κυρίως ηλικιωμένοι επιζήσαντες, είναι τα μόνα δείγματα από την ιστορία αυτής της περιοχής της πόλης.

Η Σεφαραδίτικη Κοινότητα της Καστοριάς χρονολογείται από το 1550 περίπου. Φθάνοντας προπολεμικά τα 900 άτομα, οι περισσότεροι Εβραίοι ήταν εγκατεστημένοι στη γειτονιά «Τσαρσί», που σημαίνει «αγορά». Όχι τυχαία βέβαια, αφού στην πλειοψηφία τους ήταν έμποροι και τεχνίτες, με καταστήματα κυρίως υφασμάτων, υαλικών και νεωτερισμών.

Η Κοινότητα διέθετε Συναγωγή και την Ελληνοϊσραηλιτική Σχολή. Με τα γεγονότα του πολέμου, που αφάνισαν τους περισσότερους Εβραίους της Καστοριάς, καθώς και τη μεταπολεμική μετανάστευση των επιζησάντων προς μεγαλύτερες πόλεις, δεν έμεινε τίποτα στην πόλη που να θυμίζει ότι κάποτε εκεί υπήρξε μία δραστήρια και ανθηρή Εβραϊκή Κοινότητα.

Η Κοινότητα της Κέρκυρας παρουσιάζει τη μοναδική για τον ελληνικό χώρο ιδιομορφία, να συγκεντρώνει όλα τα μέλη της σε ορισμένη περιοχή κατοικίας, με πολύ συγκεκριμένα όρια σε σχέση με την υπόλοιπη πόλη: το «γκέττο», όπως οι ίδιοι οι κάτοικοί του το ονόμαζαν. Η δημιουργία του δεν είναι βέβαια άσχετη με την ιστορία του ίδιου του νησιού, που επί αιώνες βρισκόταν υπό «δυτική» επικυριαρχία (Ανδηγαβοί, Ενετοί, Γάλλοι και Άγγλοι), σε αντίθεση με τις περισσότερες υπόλοιπες Κοινότητες που ήταν υπό Βυζαντινή και, αργότερα, Οθωμανική κυριαρχία.

Στις παραμονές του Πολέμου υπήρχαν στην Κέρκυρα περί τους 2.000 Εβραίοι και τρεις συναγωγές: Η «Σκουόλα Γκρέκα», η «Πουλιέζα» και η «Νουόβα». Μόνο η πρώτη γλύτωσε από τους βομβαρδισμούς και υφίσταται ως σήμερα, ενώ από τους κατοίκους του γκέττο, μόνο 187 είχαν απομείνει κατά την Απελευθέρωση. Σταδιακά η Κοινότητα αναδιοργανώθηκε και η ζωή ξανάρχισε.

Σήμερα, εκτός από τη Συναγωγή, παραμένουν ίχνη του παλαιού γκέττο, μεταφέροντας τον επισκέπτη νοερά σε καιρούς περασμένους, που η Κοινότητα ανθούσε.

Οι Εβραίοι της Λάρισας, της τρίτης μεγαλύτερης Κοινότητας στην Ελλάδα, κατοικούσαν στην πλειοψηφία τους στη γειτονιά των «Έξι Δρόμων», κοντά στο σημερινό μνημείο του Ολοκαυτώματος. Παρ’ όλο που η γειτονιά φιλοξενούσε μεγάλο αριθμό Εβραίων, δεν είχε ποτέ το χαρακτήρα του γκέττο, αφού σε αυτή κατοικούσαν σποραδικά και Χριστιανοί.

Με συνεχή ιστορική παρουσία, που εκτείνεται σε βάθος 1.900 ετών περίπου, η Κοινότητα της Λάρισας ήταν και εξακολουθεί να είναι μία από τις πιο δραστήριες Εβραϊκές Κοινότητες στον ελληνικό χώρο. Πριν από τον πόλεμο διέθετε επτά Συναγωγές, εβραϊκό σχολείο και ιεροσπουδαστήριο και θρησκευτικό δικαστήριο, καθώς και σημαντική βιβλιοθήκη. Με τα γεγονότα του πολέμου απέμεινε μόνο μία Συναγωγή, ενώ ο αριθμός των μελών της Κοινότητας μειώθηκε αισθητά. Παρ’ όλ’ αυτά, η Κοινότητα παραμένει σήμερα αρκετά δραστήρια, ιδιαίτερα στον πνευματικό τομέα.

Παρ’ όλο που σήμερα σχεδόν τίποτα δεν έχει απομείνει από την εβραϊκή παρουσία στην Ξάνθη, η πόλη αυτή φιλοξενούσε προπολεμικά μια αρκετά δραστήρια Κοινότητα.

Κύρια ασχολία των περισσότερων Εβραίων της πόλης ήταν το εμπόριο καπνών, το οποίο αποτελούσε έτσι κι’ αλλιώς τη βασική οικονομική δραστηριότητα της περιοχής. Υπήρχαν παράλληλα και Εβραίοι βυρσοδέψες, έμποροι υφασμάτων και ψιλικών, αλευροβιομήχανοι και βιοτέχνες.

Η Κοινότητα διέθετε Συναγωγή, το Κοινοτικό Κέντρο, που στέγαζε το εβραϊκό Σχολείο και το Πνευματικό Κέντρο.

Λίγο πριν από τον πόλεμο, η Κοινότητα αριθμούσε περί τα 550 άτομα. Οι περισσότεροι Εβραίοι κατοικούσαν στη φτωχογειτονιά «Πούρναλικ», τη σημερινή «Ρέμβη», ενώ οι πιο ευκατάστατοι στην «Επάνω Μαχαλλά».

Παλαιότατη, αν και με διαλείμματα, είναι η εβραϊκή παρουσία στη Ρόδο, χρονολογούμενη από τον 2ο αιώνα π.Χ. Η εγκατάσταση ισπανόφωνων Εβραίων στο νησί κατά τον 15ο και 16ο αιώνα μ.Χ., το κατέστησε ένα από τα σημαντικότερα σεφαραδίτικα κέντρα της Ανατολικής Μεσογείου. Η στρατηγική τοποθεσία ευνοούσε το εμπόριο, η άνθηση του οποίου επέτρεψε και την άνθηση της Κοινότητας. Όντας κυρίως έμποροι υφασμάτων και μεταξιού, αλλά και μπαχαρικών και αρωμάτων, οι Εβραίοι του νησιού ευημέρησαν, γεγονός που αντικατοπτριζόταν και στην κοινοτική τους οργάνωση: σχολεία, αρκετά μιντρασσίμ, το Ραββινικό Κολλέγιο, έξι Συναγωγές και φωτισμένοι Ραββίνοι, που άφησαν συλλογές από ρεσπόνσας, όχι μόνο για θρησκευτικά θέματα, αλλά και με γενικότερο ενδιαφέρον.

Οι Εβραίοι της Ρόδου ζούσαν, διατηρώντας μία σχετική εσωστρέφεια, μέσα στα όρια μιας πολύ συγκεκριμένης γειτονιάς, η οποία όμως δεν είχε το χαρακτήρα γκέττο. Η «Τζουδερία», όπως ονομαζόταν, εκτείνεται από το λιμάνι μέχρι το νοτιοανατολικό άκρο των τειχών. Διατηρείται ως σήμερα, με τα στενά δρομάκια και τη χαρακτηριστική τοπική αρχιτεκτονική της να μεταφέρει τον επισκέπτη σε καιρούς περασμένους.

Μετά τον αφανισμό από τους ναζί κατακτητές το 1944, η Κοινότητα θα είχε σβήσει, αν δεν υπήρχε η υποστήριξη από τους πολλούς μεταναστεύσαντες Ροδίτες Εβραίους στην Αφρική και την Αμερική. Έτσι, όχι μόνο διατηρείται η Συναγωγή, αλλά και εξακολουθεί η ιδιαίτερη δραστηριότητα της Κοινότητας για την ανάδειξη της ιστορίας και της πολιτισμικής κληρονομιάς της.

Από τις ιδιαίτερα δραστήριες Εβραϊκές Κοινότητες της Θεσσαλίας, εκείνη των Τρικάλων, χαρακτηριζόταν από την παρουσία τόσο Ρωμανιωτών όσο και Ασκεναζίμ και Σεφαραδιτών. Στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα διέθετε τρεις ξεχωριστές Συναγωγές, μία για την κάθε ομάδα.

Οι Εβραίοι της πόλης, περί τα 520 άτομα λίγο πριν από τον πόλεμο, ζούσαν στην πλειοψηφία τους στη γειτονιά που διασχιζόταν από τις οδούς Αθ. Διάκου, Γ. Κονδύλη, Γ. Καραϊσκάκη – είχε μάλιστα και την ονομασία «Εβραϊκά».

Τα επαγγέλματά τους ήταν έμποροι, βιοτέχνες, αργυραμοιβοί ή τραπεζίτες. Ορισμένοι μάλιστα από τους πιο εύπορους, ενίσχυαν όχι μόνο την Κοινότητα, αλλά και την πόλη των Τρικάλων. Προπολεμικά, μόνο μία από τις τρεις Συναγωγές είχε απομείνει, το «Καάλ Γιαβανίμ», που υπάρχει και σήμερα. Μαζί με το Νεκροταφείο αποτελεί μαρτυρία αλλοτινής ευρωστίας μιας Κοινότητας που αριθμητικώς ολοένα πλέον φθίνει…

Η παρουσία των Εβραίων στη Χαλκίδα εντοπίζεται στους πρώτους Ελληνιστικούς χρόνους Μέσα από διαρκείς αναταραχές αλλά και μεγάλες περιόδους ηρεμίας, η παρουσία τους παραμένει κατά τους Βυζαντινούς χρόνους, την Ενετική κυριαρχία (όταν περιορίζονται σε γκέττο) και την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Το 1840, με τη Χαλκίδα να υπάγεται πλέον στο νέο ελληνικό κράτος και αναφέρονται 400 Εβραίοι στην πόλη. Αρκετοί από αυτούς μετοίκησαν για λόγους εμπορικούς σε άλλες πόλεις, ώστε με την κήρυξη του πολέμου, το 1940 η Κοινότητα αριθμούσε 325 μέλη. Γνωστότερος εκπρόσωπός της, ο Συνταγματάρχης Μαρδοχαίος Φριζής, από τους πρώτους πεσόντες ανώτερους αξιωματικούς του Ελληνικού Στρατού στο Αλβανικό μέτωπο.

Οι περισσότεροι Εβραίοι της πόλης έμεναν στη γειτονιά γύρω από τη Συναγωγή, με κύριο άξονα την οδό Κώτσου. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, χάρη στην προστασία των Χριστιανών συμπολιτών τους και της Αντίστασης, σχεδόν όλοι οι Εβραίοι της πόλης διασώθηκαν. Σήμερα, μικρός αριθμός Εβραίων παραμένει, με τη Συναγωγή και το νεκροταφείο να θυμίζουν το πλούσιο παρελθόν της Ρωμανιώτικης αυτής Κοινότητας.

Ντοκιμαντέρ για τις Εβραϊκές γειτονιές της Ελλάδας που συνόδευσε την αντίστοιχη έκθεση του ΕΜΕ.

Συντελεστές έκθεσης

Επιμέλεια Έκθεσης: Ζανέτ Μπαττίνου
Αρχαιολόγος – Διευθύντρια Ε.Μ.Ε.

Έρευνα – Συγγραφή Κειμένων: Αλέξιος – Νικόλαος Μενεξιάδης
Υπ. Δρ. Ιστορίας

Μετάφραση Κειμένων: Ήλια Ιατρού

Σχεδιασμός και Γραφικά Έκθεσης: Get Inspired Design Studio

Υπεύθυνη: Αναστασία Κάλου, Αρχιτέκτων Εσωτερικών Χώρων, Γραφίστρια

Συνεργάτης: Βασίλης Μουστάκας, Αρχιτέκτων Μηχανικός

Γραφικός Σχεδιασμός Έντυπου Υλικού: Χάγια Κοέν
Γραφίστρια Ε.Μ.Ε.

Φωτογραφικό Αρχείο – Φωτογραφήσεις: Λεωνίδας Παπαδόπουλος

Εκπαιδευτικά Προγράμματα Έκθεσης: Οριέττα Τρέβεζα – Σούση
Μουσειοπαιδαγωγός

Εκτυπώσεις – Κατασκευές Έκθεσης: Σταύρος Μπελεσάκος

Εκτύπωση Έντυπου Υλικού: Πολύγραμμα A.E.

Ηλεκτρολογικές Εγκαταστάσεις: Γιώργος Αδαλής

Φωτογραφίες από τα Αρχεία και τις Συλλογές του Εβραϊκού Μουσείου Ελλάδος

Εβραϊκό Μουσείο Ελλάδος, 2008 ©